The real red shoes

The real red shoes

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

Τι είναι το ωραίο ή τι είναι τέχνη;


Μετά από ένα μήνα απουσίας, έρχομαι να θέσω ένα ερώτημα. Ξέρω ότι δεν είναι και πολύ ικανοποιητικό όσο θα ήταν μια ιστορία ή ένα ποίημα, αλλά όσο δεν έγραφα διάβαζα και μάθαινα κι αναρωτιόμουν. Σύμφωνα λοιπόν με τη θεωρία του μεταμοντερνισμού, ενός καθόλα περίεργου— κατά τη γνώμη της γραφούσας— ρεύματος στην τέχνη, πλέον δεν πρέπει να μας απασχολεί η έννοια της αισθητικής, τι είναι το ωραίο, αλλά μια πιο οντολογική ερώτηση, τι είναι τέχνη. Αυτά λοιπόν λέει ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους του ρεύματος, ο Jean François Lyotard.
Jean François Lyotard
Στην αρχή η ιδέα του μου φάνηκε αρκετά ενδιαφέρουσα. Μη έχοντας μελετήσει τον μεταμοντερνισμό σε βάθος, ξεκίνησα εξερευνώντας να ανακαλύψω τι εννοούσε. Και το κατάλαβα επισκεπτόμενη μια έκθεση τέχνης εδώ στην πρωτεύουσα. Απ’ ό,τι κατάλαβα πλέον δεν μας νοιάζει το έργο τέχνης να είναι υπερβατικό, ιδεατό, όμορφο. Αντιθέτως, τα έργα που είδα ήταν άσημα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ένα συνονθύλευμα από ετερόκλητα αντικείμενα που έχουν πίσω τους μια ιστορία, ή ένα θεωρητικό διάλογο που τους δίνει νόημα. Αλλά αν τα δει κανείς απομονωμένα, χωρίς τον επεξηγηματικό οδηγό του καλλιτέχνη ή του εφόρου του μουσείου που ανέλαβε την παρουσίασή τους, τα σύγχρονα έργα τέχνης δεν συγκινούν καθόλου.

Πίσω από τα έργα υπάρχουν πάντα ωραίες σκέψεις, ιστορίες και θεωρίες. Μα μπροστά τους υπάρχει ένα μπερδεμένο και βασανισμένο κοινό που κάποτε προσποιείται ότι εκτιμά αυτό που βλέπει. Ό,τι γίνεται χάριν του «μοντέρνου» και της προσπάθειας να επέλθει μια ρήξη με την παράδοση της τέχνης έχει ήδη ξαναγίνει. Οι μοντερνιστές του 20ου αιώνα έχουν ήδη φέρει την τέχνη στα όριά της. Και είχαν τους λόγους τους. Δεν υπάρχει όμως κάτι τώρα που να εκφράζει τη δική μας ευαισθησία των δικών μας καιρών που να μη θυμίζει τόσο έντονα τι γινόταν εκατό χρόνια πριν;

Marcel Duchamp, The fountain, 1917

 Ο Μπρεχτ είχε ξεκινήσει ένα φιλοσοφικό διάλογο κάποτε— και δυστυχώς δεν τον τελείωσε ποτέ— για έναν άνθρωπο που ήθελε να αγοράσει μια τρομπέτα μόνο για το χαλκό, αγνοώντας το επιπρόσθετο κόστος που έχει το αντικείμενο λόγω της τέχνης που χρειάστηκε για να κατασκευαστεί. Καταντήσαμε κι εμείς να ψάχνουμε για την τεχνοτροπία ή τη μαστοριά ενός έργου όταν βλέπουμε ένα σύγχρονο έργο τέχνης. Το σημαντικό πλέον είναι η τέχνη που επιστρατεύτηκε για να κατασκευαστεί ή μάλλον για να μπορεί να παρουσιασθεί σε ένα συγκεκριμένο χώρο ως τέχνη.

Με μπερδεύει η κατάσταση. Και δεν μπορώ να ξέρω προς τα πού κινούμαστε δημιουργικά. Ωστόσο, δεν μπορώ να μην παραπονιέμαι που η σύγχρονη τέχνη αδυνατεί να με συγκινήσει όπως η παλιότερη. Ακόμα κι αν ένα παλαιότερο έργο τέχνης είναι άσχημο, έχω την εντύπωση ότι καταφέρνει να ταράξει τη ψυχή ενός ανθρώπου, όσο άτεγκτη κι αν είναι. Για παράδειγμα, ο Ελ Γκρέκο δεν έψαχνε το ωραίο και το ιδανικό στην τέχνη, αλλά κατάφερε να παρουσιάσει το υψηλό, κι οι πίνακές του σου τραβούν σίγουρα την προσοχή. Ή ο Πικάσο, δεν νομίζω να μπορεί κάποιος να πει ότι τα έργα του είναι αντικειμενικά όμορφα. Όμως είναι υποβλητικά, αγγίζουν την ευαισθησία του θεατή και τον βάζουν σε μια διαδικασία «συναισθηματικής» σκέψης. Ενώ αντιθέτως, τα μεταμοντέρνα έργα, ή αυτά που θέλουν να ονομάζονται μεταμοντέρνα, εκκινούν μια διαδικασία λογικής σκέψης και αδυνατούν να την πάρουν παρακάτω.

El Greco, The disrobing of Christ
Η τέχνη ανέκαθεν ήταν επανάσταση, παρόλο που σχετιζόταν και με άλλα πιο επίγεια θέματα όπως η ιδεολογία, η ιστορία, η πολιτική, η φιλοσοφία και το κεφάλαιο. Κι ανέκαθεν κατάφερνε με κάποιο τρόπο να συγκινεί και να επιβιώνει. Είμαι πολύ περίεργη να δω τι της επιφυλάσσει το μέλλον.

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

The British Museum Caryatid: cursed, homesick and maltreated



Recently there’s been a heated debate regarding the necessity of the British Museum to return the Parthenon Marbles to Greece. At first, even though I’m a Greek classicist, I thought that the mere idea was utopic. In no way could a big and important museum return any work of art. It would set a precedent and as the majority of the artwork of important European museums is “borrowed” or “purchased” under suspicious conditions, other countries would claim their treasures.

However, a recent visit at the British Museum made me change my mind. Even though it is a quite big museum with important exhibits, it lacks sensitivity and sensibility in the way it chooses to present the artworks; and this in not only uninviting for the visitor but also dangerous for the artwork itself.
 

I witnessed a bunch of kids leaning against the lonesome Caryatid displayed there. There was no security in the room and the kids were apparently completely unaware of the fact that they were touching a 5th century B.C. relic. The saddest part was that nobody seemed to notice.

I am certain this would have never happened in Athens. Not because we are more careful than the British, but because we wouldn’t dare damage anything related to our heritage. We know that the consequences for a Greek not caring about such issues will be severe, whereas this is not the case for others.


 While I was looking at that lonesome girl I felt so sorry for her. The women of Caryae according to Vitruvius were punished to carry the weight of the building because they betrayed Athens to the Persians.

So, the British Museum Caryatid is not only cursed. She was kidnapped and separated from her partners, carried away to a cold and gloomy country, hidden in a basement-like room, all alone, contemplating a pillar instead of the majestic view of Athens from the Acropolis.

These six young women are part of the south side of the Erechtheion, the most sacred temple of the Acropolis, dedicated to Athena, Poseidon Erechteus and Cecrops, the first king of Athens. It is believed that the “Korai” (girls) were offering libations— honorary offerings of honey and milk or water— at the tomb of the mythical king. Lord Elgin removed one of the girls in 1801 when Greece was under Ottoman rule. Now, her sisters are waiting for her, all cleaned up, in the sunny and shiny Acropolis Museum.

It is already depressing that they are waiting for her in vain, but it’s even more depressing that her “hosts” don’t treat her as they should. This would have never happened in Greece, Zeus forbids maltreating guests.

Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2015

Τα υλικά για τις περιπέτειες


Ποια να’ναι άραγε τα υλικά για τις περιπέτειες, αναρωτήθηκε καθώς μάζευε τα ρούχα απ’ την απλώστρα. Δεν ήξερε απ’ αυτά. Είχε δει βέβαια διάφορες περιπέτειες σε ταινίες και είχε διαβάσει γι’ αυτές σε βιβλία. Όμως αν ξέφευγε απ’ τις σελίδες δεν της ερχόταν κάτι στο μυαλό. Ακόμα κι οι άλλοι, όσοι γνώριζε δηλαδή, δεν είχαν ζήσει αληθινές περιπέτειες. Είχαν βέβαια ωραίες ιστορίες να πουν και τις διάνθιζαν πότε πότε με κανένα ψεματάκι, έτσι για να νοστιμίσουν, αλλά δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε περιπέτειες.


Οι περιπέτειες έχουν άλλον αέρα, ρέμβασε διπλώνοντας την μπουγάδα. Σε κάνουν να νοιώθεις ξεχωριστά, λες και περπατάς στον αέρα ανάμεσα στα σύννεφα, ανάμεσα σε δυο κόσμους. Ούτε ο έρωτας, ούτε τα ταξίδια, ούτε ακόμα κι οι καινούργιες εμπειρίες δεν της έφταναν. Τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος της φάνταζαν μουντά. Δεν ήξερε όμως τι να κάνει.

Σαν την Έμμα Μποβαρί ή μάλλον τον δον Κιχώτη… όχι, ίσως σαν κάποιο άλλο χαρακτήρα που να μην γράφτηκε ακόμα, θα ξέφευγε κάποτε από την καθημερινότητα. Θα έβρισκε γιατί ενώ πληροί όλες τις προδιαγραφές για την περιπέτεια, αυτή της ξεφεύγει μέσα απ’ τα δάχτυλα σαν νερό. Μάλλον, αυτή θα ‘ναι η φύση της περιπέτειας, έτσι κάνει, δεν πιάνεται, παρηγόρησε τον εαυτό της στοιβάζοντας τα ρούχα.  
 

Θα’ταν ωραία να την κρατούσα έστω και για λίγο όμως. Αν την έπιανα θα έκανα ό,τι κάνουν τα μικρά με τις πεταλούδες. Θα την εξέταζα προσεχτικά, δε θα της τσαλάκωνα τα φτερά. Θα θαύμαζα τα χρώματά της και θα την ήθελα δική μου. Γι’ αυτό ίσως να της έβαζα και μια καρφίτσα και να την κολλούσα στη συλλογή μου με τις πεταλούδες στον τοίχο. Τι παράξενα όντα οι πεταλούδες, γεννιούνται για  να φέρουν το ωραίο στον κόσμο και μετά πεθαίνουν τόσο μάταια. Ενώ, άμα τις μαζεύεις σε συλλογή, ο θάνατός τους αποκτά νόημα. Έτσι και οι περιπέτειες, κατέληξε. Αν τις μαζεύεις και τις βάζεις σε μια προθήκη αποκτούν νόημα. Και κάπως έτσι, αρχίνησε να χάνει το νόημα της περιπέτειας.

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

Lo que sé de los hombrecillos de Juan José Millás



Leí este libro hace muchos meses, pero solamente ahora puedo escribir algo sobre mi experiencia. La escritura de Juan José Millás es especial y diferente. Me encanta su estilo claro y sus imágenes interesantes. Se nota que Millás es periodista por su sintaxis. Opta por escribir frases claras y sencillas y esa sensatez, un característico muy común entre los periodistas buenos, me encanta.



Sin embargo, su libro es raro. Es tan raro que me hizo sugerir que es un poco autobiográfico. El protagonista es un hombre inteligente, educado y maduro, más o menos como Millás. Y ese hombre, un profesor de economía puede ver unos hombrecillos vestidos de traje gris viviendo en su casa, saliendo de sus bolsillos, comiendo las sobras en su cocina. Su apariencia hizo que la vida cotidiana del profesor fuera muy diferente y a veces perturbada. Un día, los hombrecillos ofrecieron al profesor su propio hombrecillo, así que él vivió por algunos días una vida doble.

En consecuencia, el protagonista tenía una duplicada y diferente perspectiva de la vida, la del hombrecillo y su perspectiva propia. El hombrecillo necesitaba vivir una vida de vicios, pedía que su versión grande fumara, violara hasta que matara. El profesor al principio hace todo que el hombrecillo pide porque le encanta la vida sexual de los hombrecillos, pero empieza tener miedo de los deseos de su miniatura.

Parece que es una historia de introspección que ha resultado en la derrota de los hombrecillos, y sus deseos incesantes. No niego que es una historia muy personal y también quizás sería mejor que la leyeran personas mayores con experiencias similares. Por mucho que me gustó su escritura, no volvería leer “Lo que sé de los hombrecillos”. A veces sus imágenes eran crudas, a veces me sorprendía tanto que no me podía creer que alguien pudiera desear una experiencia tan pervertida.
 
No obstante, no puedo olvidar el humor proprio de Millás cómo su moral del final: el profesor se libra de la tiranía de los hombrecillos y reconoce que hay más en la vida que las matanzas y los vicios. Y cómo he leído por internet, el profesor entiende algo muy importante: que no es necesario matar o violar para llegar al fondo pestilente de la condición humana, ya que existen pequeños actos cotidianos donde la crueldad y la violencia se manifiestan.    

Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

#JeSuisCharlie?

Θα ήθελα να μοιραζόμουν μια ιστορία μαζί σας, αφού έχω αρκετές κρυμμένες στους φακέλους μου που περιμένουν τη στιγμή για να σας πουν κάτι. Όμως τα πρόσφατα γεγονότα με αναγκάζουν να συμμετάσχω στο διάλογο της επικαιρότητας. Το 2014 ήταν μια αρκετά θλιβερή χρονιά, με πολέμους, θανάτους. Βλέποντας τον απολογισμό του πρακτορείου Reuters αναρωτιέσαι σε τι κόσμο βρισκόμαστε. Το 2015 ήρθε φορτωμένο με ελπίδες. Θα ανακάμψει η οικονομία, θα αλλάξει η κυβέρνηση στην Ελλάδα και ίσως το μνημόνιο να μην πέφτει πια τόσο βαρύ στους ώμους των Ελλήνων, θα σεβαστούν την ανακωχή στην Ουκρανία, θα αποδυναμωθεί το Ισλαμικό Κράτος, θα «επανεκκινήσουμε» την οικονομία μας, όπως αρέσκονται να δηλώνουν ξανά και ξανά οι κρατούντες.
Τίποτα από αυτά δεν είδαμε ακόμα. Και φοβάμαι πως δεν θα τα δούμε. Η βία κέρδισε ξανά έδαφος και το 2015 μπήκε άσχημα. Η τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι εναντίον της σατιρικής εφημερίδας Charlie Hebdo πήρε αηδιαστική τροπή.



Αρχίζω λέγοντας ότι πρέπει να καταδικάζεται η κάθε μορφή βίας. Από όπου και αν προέρχεται. Ωστόσο, τόσο οι ακροδεξιοί, δεξιοί κτλ. όσο και οι απλοί πολίτες αποφάσισαν να ερμηνεύσουν το γεγονός όπως τους βολεύει, απλώς και μόνον για να εξυπηρετήσουν δικές τους σκοπιμότητες.

Η μία πλευρά βλέπει πόσο επικίνδυνοι είναι οι μουσουλμάνοι. Απροσδόκητο συμπέρασμα, εφόσον η μουσουλμανική κοινότητα στο Παρίσι καταδικάζει την επίθεση και τον θρησκευτικό εξτρεμισμό.
Ακόμα, καλό είναι να λεχθεί, ότι το Ισλαμικό Κράτος και οποιαδήποτε άλλη εξτρεμιστική οργάνωση δεν καταφεύγει στη βία για σκοπούς ιδεολογίας ή θρησκείας. Αντιθέτως, εκμεταλλεύονται την θρησκεία για να φανατίζουν και ό, τι κάνουν το κάνουν στο όνομα της βίας και της εξουσίας. Άρα το πρόβλημα έγκειται στην ανάγκη επιβολής που έχουν αυτοί οι άνθρωποι και όχι στη θρησκεία τους.

 Έπειτα, η κοινή γνώμη έχει υιοθετήσει το σύνθημα αλληλεγγύης #JeSuisCharlie. Αφ’ ενός είναι συγκινητικό το πόσο ενδιαφέρονται οι άνθρωποι για την ελευθερία του Τύπου και πόσο επηρέασε αυτή η απροκάλυπτη επίθεση στην εφημερίδα το κοινό. Αφ’ ετέρου όμως, το σύνθημα φαντάζει άκριτο. Η εφημερίδα ήταν ιδιαιτέρως ακραία στον τρόπο έκφρασής της, τολμώ να πω ότι ενίοτε ήταν και υβριστική απέναντι σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού. Χωρίς καμία διάθεση λογοκρισίας δηλώνω ότι το έργο της Charlie Hebdo δεν μου αρέσει. Και υποψιάζομαι ότι σε πολλούς δεν αρέσει, όπως για παράδειγμα στη Marine Le Pen, την ηγέτη της γαλλικής άκρας δεξιάς, η οποία έσπευσε να καταδικάσει τους τζιχαντιστές και να καλέσει το λαό να προστατεύσει την ελευθερία του Τύπου.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι παρόλο που οι περισσότεροι μάλλον βρίσκουν την νοοτροπία της εφημερίδας σκανδαλώδη, αν όχι κακόγουστη,  δεν παύουν να «καταργούν» στιγμιαία την ταυτότητά τους και τις προτιμήσεις τους για να υπερασπιστούν χάριν της ελευθερίας του Τύπου το συγκεκριμένο έντυπο.

Πρωτοσέλιδο της Charlie Hebdo, όπου απεικονίζονται Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα.

 Η υιοθέτηση αυτής της ταυτότητας τους προσδίδει μάλλον έναν αέρα επανάστασης, του πληκτρολογίου, όπως συνήθως επαναστατούμε στις μέρες μας. Ακόμα, νοιώθουν ότι ανήκουν κάπου. Βλέποντας τη διεθνή κατακραυγή έναντι στην επίθεση, οι άνθρωποι που υιοθετούν το σύνθημα έρχονται πιο κοντά. Δεν είδα όμως κάποιον να δηλώνει ότι είναι ένα από τα κορίτσια που δολοφονήθηκαν στη Νιγηρία από την Μπόκο Χαράμ, ή κάποιος από τους μαθητές που σκοτώθηκαν στο Πακιστάν από τους Ταλιμπάν. Ίσως, μόνο οι Γάλλοι καρτουνίστες μας νοιάζουν...

Όπως και να' χει το πράγμα, δεν είμαστε ο Charlie. Αυτό βέβαια δεν μας καθιστά και υποστηρικτές του αντίπαλου στρατοπέδου, όπως πολλοί έσπευσαν να γράψουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είμαστε απλοί άνθρωποι που δεν θέλουν να ζουν μέσα στο φόβο. Είμαστε απλοί άνθρωποι που υποστηρίζουν το δικαίωμα του οποιουδήποτε να ζει και να εργάζεται χωρίς να υπόκειται σε απειλές κατά της ζωής και της ασφάλειάς του.

Οι σκέψεις μας τώρα πρέπει να στραφούν προς τους ανθρώπους: τους συγγενείς των σκιτσογράφων και των αστυνομικών, των ομήρων και άλλων απλών ανθρώπων που ένιωσαν τι σημαίνει εξτρεμισμός από πρώτο χέρι. Επιπρόσθετα, οι σκέψεις μας πρέπει να βρίσκονται μαζί με τη μουσουλμανική  μειονότητα της Ευρώπης, που  τώρα όσο ποτέ άλλοτε βρίσκεται στην μπούκα, τόσο των ακροδεξιών και δεξιών στοιχείων— ως συνήθως— αλλά και των απλών πολιτών. Ας μην επιτρέψουμε στο μίσος και τη μισαλλοδοξία να μας πουν τι να πιστεύουμε και ποιον να εμπιστευόμαστε. Ας μην φοβηθούμε. Ας μην δώσουμε βήμα σε αυτούς που σπέρνουν το μίσος. Ας μην ακυρώσουμε όλες μας τις ελπίδες για το 2015…

Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

The real red shoes: year one



It’s been a year since I’ve shown you my real red shoes. I got out of my attic and I started dancing. I didn’t quit dancing and they haven’t cut my feet off. I feel that my initial idea based on Margaret Atwood’s Lady Oracle was not quite right. At least, so far I haven’t noticed anyone directly trying to cut anyone’s feet off. But I fear that now they found another much subtler way than that. They are not barbarians or anything. They now merely look the other way; they get into your mind convincing you that you don’t need the shoes, that there is no hope.
 
But you have to keep dancing no matter what. You have to remember that the red shoes are not necessarily bad for you. If you click your heels together you might go back home, right?